Η "μικρή μάγισσα"
Η ιστορία τns σταφίδας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιστορία της Ελλάδας.
Για αυτήν έχουν γραφεί πολλά, καθώς δεν υπήρξε ένα απλό αγροτικό προϊόν, αλλά το πιο βασικό εξαγώγιμο προϊόν του ελληνικού κράτους για αρκετά χρόνια. Με τέτοιο ρόλο, δεν μπορούσε παρά να γίνει φορέας ελπίδων και προσδοκιών, απογοητεύσεων αλλά και ανατροπών. Έφερε ευημερία αλλά και εξαθλίωση. Καθόρισε τη φυσιογνωμία ολόκληρων περιοχών, μεταβάλλοντας ακόμα και τον χωροταξικό χάρτη τους. Έγινε κινητήριος δύναμη του ελληνικού εμπορίου παγκοσμίως.
Οι κοινωνικές και οικονομικές συναρθρώσεις, που προέκυψαν από την Απελευθέρωση έως σήμερα οφείλονται στην σταφίδα. Οι μνήμες και τα ίχνη της αποτελούν μέρος του ιστορικού προσώπου και χαρακτήρα της ίδιας της χώρας μας.
Αρχαίοι χρόνοι
Οι παλαιότερες γνωστές μαρτυρίες για καλλιέργεια της σταφιδαμπέλου στην Ελλάδα ανάγονται στον 14ο αιώνα μ.Χ., αλλά είναι βέβαιο ότι από την αρχαιότατα αποξηραίνοντο σταφύλια, προς παρασκευή σταφίδας. Οι σταφίδες, ασταφίδες ή σταφυλίδες, αναφέρονται από πολλούς αρχαίους συγγράφεις, η δε παροιμία «άνθρωπου γέροντος ασταφίς η κεφαλή», που χαρακτηρίζει τη ρυτιδώδη κατάσταση της σταφίδας, μαρτυρεί, ότι ήταν γνωστή ως προϊόν από πολύ παλαιό.
Ενετοκρατία-Τουρκοκρατία
Γύρω από την προέλευση της ονομασίας "κορινθιακή σταφίδα" έχει αναπτυχθεί μία πλούσια φιλολογία, κυρίως από παλαιότερους μελετητές, που διετύπωσαν διάφορες απόψεις. Η πιο πιθανή εκδοχή είναι ότι η ονομασία αυτή υποδηλώνει τον τόπο προέλευσης του προϊόντος, τα παράλια των Πατρών, από τα οποία αποκλειστικά εξήγετο στην αλλοδαπή και τα οποία αποτελούν την κεφαλή του Κορινθιακού κόλπου, όπως ονομαζόταν η περιοχή από τους ναυτιλομένους και τους γεωγράφους των Μέσων Χρόνων. Την εποχή αυτή η Πελοπόννησος φραγκοκρατείται και η κορινθιακή σταφίδα μεταφερόταν από τα παράλια των Πατρών στα Βρετανικά νησιά, τη βόρεια Γερμανία και την Ολλανδία με ενετικά πλοία, από Ενετούς εμπόρους, οι οποίοι επέβαλαν το εθνικό τους μετρικό σύστημα, της ενετικής λίτρας και καθόριζαν το τίμημα στο συνηθισμένο γι’ αυτούς ανταλλακτικό νόμισμα, το ισπανικό δίστηλο. Κατά τον 15ο αιώνα η κορινθιακή σταφίδα ήταν αναγνωρισμένο, πλέον, είδος εμπορίας στην Ευρώπη, στη δε Αγγλία απαιτείται ειδική άδεια για την εμπορία της
Νεώτεροι χρόνοι
Κατά την περίοδο 1828-1850, την πρώτη εικοσαετία του ελεύθερου βίου του νεοελληνικού Κράτους, η αύξηση της σταφιδοκαλλιέργειας ήταν αλματώδης και ενώ τα έσοδα από την σταφίδα το 1823 προϋπολογίστηκαν σε 56.000 γρόσια, στον ισολογισμό διαχειρίσεως του 1829 φέρεται να εισπράχθηκαν από αυτή την αιτία 483.891,90 γρόσια και το επόμενο έτος 800.000 γρόσια. Όσο για τις σταφιδοκαλλιεργούμενες εκτάσεις, μέχρι το 1850, εξαπλασιάστηκαν και συνέχισαν να αυξάνουν. Συγκεκριμένα το 1833 το 8,67% της καλλιεργήσιμης γης ήταν άμπελοι και σταφιδάμπελοι, ενώ το 1850 έφθασαν το 51,05%, το 1851 το 61,50% και το 1861 το 70,65%.