Τ’ είχες Γιάννη, τ’ είχα πάντα – Ποίοι πταίουν – Ιδιοκτήται, έμποροι, κυβέρνησις – Πρέσβεις και πρόξενοι – Να σχηματισθή μέγας εμπορικός σύλλογος – Η ρεκλάμα το παν – Ο παραγωγός να ζητήση τον καταναλωτήν – Δεν απαιτούνται εκατομμύρια
Δεν είναι ζήτημα ότι η καλλιέργεια του προϊόντος μας συμφέρει περισσότερον παντός άλλου, οσάκις η τιμή είναι ανωτέρα των δραχμών 100, αποβαίνει δε ελάχιστα ικανοποιητική οσάκις κατέρχεται του σημείου τούτου, και δια τούτο βλέπομεν ότι οσάκις η τιμή κατέρχεται του σημείου τούτου, η καλλιέργεια εγκαταλείπεται, και το αμέσως επόμενον έτος έχομεν παραγωγήν μικροτέραν με καλλιτέρας τιμάς. Η κατάστασις αύτη παραμένει δύο, τρία έτη, αλλ’ άμα ως οι γαιοκτήμονες γλυκαθούν με τας δραχμάς 120, 150, 180, 200, αρχίζουν να σκέπτονται πώς να κάμουν διπλάσιον ποσόν σταφίδος, δια να πιάσουν διπλάσιον ποσόν δραχμών. Και αμέσως αρχίζει η καλλιέργεια, η παραγωγή αυξάνει, η κατανάλωσις η ιδία, διότι ουδείς σκέπτεται εις τα ευτυχή του έτη πώς να την μεγαλώση, αι τιμαί ξεπέφτου, και τ’ είχες Γιάννη; τ’ είχα πάντα. Δεν είναι η πρώτη φορά καθ’ ην η σταφίς μας ευρίσκεται εις την αθλίαν ταύτην κατάστασιν, και βεβαίως όχι και η τελευταία, διότι άμα παρέλθει ο κίνδυνος, θ’ αρχίσωμεν και πάλιν να αδιαφορώμεν και να σκεπτώμεθα ποίον να φέρωμεν εις την αρχήν δια τα ιδιαίτερά μας ρουσφέτια.
Και λοιπόν πταίεις, κύριε ιδιοκτήτα, διότι δεν φροντίζεις να καλλιεργήσης και κανέν άλλο προϊόν, επίσης προσοδοφόρον, και πταίεις διότι δεν περιποείσαι το είδος σου και αντί σταφίδος μού πωλείς λάσπην, μου πωλείς χώμα, μου πωλείς ακαθαρσίας. Και πταίεις, κύριε έμπορε, διότι δεν είσαι ειλικρινής, διότι σου λείπει η ομόνοια, ο εταιρισμός, η εμπιστοσύνη, πταίεις διότι δεν φροντίζεις παρά πώς να κερδίσης 1 ή 2 δραχμάς την χιλιάδα ευρίσκων εν τη μεγάλη εξαγωγή το κέρδος, και κρημνίζων εκ των προτέρων τας τιμάς δι’ αλλεπαλλήλων και ανομοιομόρφων προσφορών, χωρίς να σκέπτεσαι τι κακόν πράττεις εις το Έθνος σου, εις σε αυτόν. Και πταίεις, κυρία εκάστοτε Κυβέρνησις, διότι δεν λαμβάνεις εγκαίρως τα μέτρα σου δια το μόνον ζωτικόν προϊόν σου. Και πταίετε, κύριοι παραγωγοί, κύριοι έμποροι, κυρία Κυβέρνησις, διότι δεν συνασπίζεσθε, διότι δεν θέλετε να ακούσητε και να λάβητε όσα μέτρα δύνανται κατά καιρόν να επεκτείνωσι την κατανάλωσιν, το μόνον σωτήριον μέσον. Πταίετε, διότι ηδύνασθε συνεννοούμενοι να ιδρύσητε και σεις τα συνδικάτα σας, τους συλλόγους σας, να αποστέλλητες τους αντιπροσώπους σας, ανθρώπους ειδήμονας εις τα διάφορα κέντρα, να κάμωσι γνωστήν την σταφίδα μας, κοπιάζοντες, πωλούντες, δωρούντες, εξοδεύοντες.
Και εις, κύριοι πρέσβεις, πρόξενοι, υποπρόξενοι και προξενικοί πράκτορες της Ελλάδος, αντί να φροντίζητε περί παρασήμων κτλ. κτλ. παρέξατε την συνδρομήν σας την τόσον πολύτιμον.
Η ιδιωτική πρωτοβουλία ας αναλάμψη, ας σχηματισθή μέγας εμπορικός σταφιδικός σύλλογος προς εξάπλωσιν του προϊόντος μας και ας επιβληθή φόρος δραχμής εφ’ εκάστην χιλιάδα δια τα έξοδά του. Ας τον αποτελέσουν άνδρες ειδικοί, άνδρες τίμιοι με τον έλεγχον της κυβερνήσεως, δια να μη γεννηθή τίποτε Παν….. Ας αποστείλη τους αντιπροσώπους του, είδος commis voyageurs εις τα κυριώτερα κέντρα κατ’ αρχάς, ας αρχίσουν αι ρεκλάμαι, το μέγα δημιούργημα του αιώνος. Τοιαύτας ρεκλάμας συνιστώμεν αυτούς τους χορούς, τα γεύματα, τας εσπερίδας των πρεσβειών μας, των προξενείων μας κτλ. μεταξύ των άλλων. Υμείς κύριε πρέσβυ, κύριε πρόξενε, προσφέρατε τα γαλετάκια, τα ψωμάκια σας, τα plumpunding σας κτλ. με την ελληνικήν σταφίδα και ονομάσατέ τα ελληνικά. Σκορπίσατε δεξιά και αριστερά, εις τους φίλους σας, τους γνωρίμους σας, εις τους ξένους τα κουτάκια τα οποία ο σύλλογος θα σας έπεμπε με ωραίας και κομψάς επιγραφάς δωρεάν.
Πληρώσατε τον φούρναρήν σας να σας κάμη διάφορα ζυμαρικά με σταφίδα και στείλατέ τα εις τα διάφορα ζαχαροπλαστεία, καφενεία κτλ. κτλ. δωρεάν.
Και σεις κύριοι Έλληνες, ψωμοφάγοι, με πόσην μεγαλειτέραν όρεξιν δεν τρώγετε το χριστόψωμόν σας, την σταφιδοκουλούραν σας και τα τοιαύτα από το καθημερινό ψωμί. Και διατί; Διότι έχει διαφορετικό σχήμα, έχει τα μυρωδικά του, και το κυριώτερον την σταφίδα του, που το καθιστά ευγευστότερον, γλυκύτερον. Διατί λοιπόν να μην έχωμεν και τον σταφιδίτην άρτον μας, όστις και συμφέρει περισσότερον δια πολλούς και ευνοήτους λόγους.
Καιρός έργων, όχι λόγων. Παρήλθεν η εποχή κατά την οποίαν ο καταναλωτής προσέτρεχε προς τον παραγωγόν, ήδη ο παραγωγός ανάγκη να ζητήση τον καταναλωτήν, να τον περιποιηθή, να τον παρακαλέση, να τον φιλοδωρήση, να συνάψη σχέσιν, φιλίαν· ούτω δημιουργείται η κατανάλωσις, ούτω γνωρίζεται εν είδος. Τις εν Ελλάδι προ εικοσαετίας και ολιγώτερον μάλιστα εγνώριζε τι εστί κακάου, σοκολάτα, τσάι. Αν δεν απατώμαι ούτε το δασμολόγιον δεν τα περιελάμβανε. Και εν τούτοις σήμερον δύνανται να λείψουν από καμμίαν συναναστροφήν, από κανένα σαλόνι, από κανένα χορόν, από καμμίαν οικίαν; Διατί; Διότι έτυχε να κατέλθη κάποιος από την Ρωσσίαν, κάποιος από την Αγγλίαν συνειθισμένος να τα πίνη και μας τα εισήξε. Και θέλετε κάτι άλλο ακόμη· συνειθίζομεν και τα συνοδεύομεν με τα γαλετάκια, τα οποία οι πρακτικοί Άγγλοι μας στέλλουν ζυμωμένα, με την σταφίδα μας την οποίαν πληρώνομεν πολύ ακριβά υπό τοιαύτην μορφήν. Διότι ο άνθρωπος είναι το μιμητικώτερον ζώον.
Τα μέτρα ταύτα δεν απαιτούσιν εκατομμύρια, δεν απαιτούσιν άλλο ή θέλησιν, πρωτοβουλίαν, ενέργειαν και χρόνον. Ταύτα δεν αποκλείουν να αφεθή ελευθέρα η εκ σταφίδος παραγωγή και κατανάλωσις οινοπνεύματος, εν εκ των πρακτικωτέρων μέτρων. Ούτε να συστηθή μεγάλη οινοποιητική Εταιρεία με τα εκατομμύριά της. Τα μονοπώλια και τα τοιαύτα αμφιβάλλω αν είναι εφαρμόσιμα και αποτελεσματικά δια το προϊόν μας.
Κράνιος