Δεν είναι λέγει ο κ. Βουρλούμης ακριβείς οι αριθμοί του κ. Γενναδίου, διότι δεν είναι ακριβές, ότι η δαπάνη της καλλιεργείας της σταφίδος κατά μέσον όρον ανέρχεται εις 35 δραχμάς κατά στρέμμα. Αλλ’ ουδαμού της εκθέσεώς του λέγει τούτο ο κ. Γεννάδιος. Ο κ. Γεννάδιος υπολογίζει την δαπάνην δια μεν τους σταφιδοκτήμονας, οίτινες καλλιεργούσι δια παραστάσεως και πληρωνομένων ημερομισθίων εις δραχμάς εξήκοντα (60) κατά στρέμμα. (Είναι τοσαύται πλειότεραι ή ελάσσονες;). Δια δε τους γεωργοκτηματίας, οίτινες καλλιεργούσιν αυτοπροσώπως, δίχως να υπολογισθώσι τα ημερομίσθιά των (δι’ ους λόγους αναφέρει), εις δραχμάς δέκα (10) – είναι τόσαι, πλειότεραι ή ελάσσονες; Δεν είναι, λέγει ο κ. Βουρλούμης, η εφετεινή παραγωγή της σταφίδος 185.000 τόνοι, αλλά ελάσσων των 180.000 (πόσο ελάσσων;). Ώστε υπάρχει διαφορά μεταξύ των υπολογισμών 2 και 3 επί τοις εκατόν, όπερ, προκειμένου περί προϋπολογισμού, δεν δύναται να θεωρηθή διαφορά, αφού και ο μεν και ο δε προϋπολογίζουσι. Δεν είναι ακριβές, λέγει ο κ. Βουρλούμης, ότι το της περισυνής εσοδείας περίσσευμα είναι 30.000 τόνοι· αλλά πόσον επί τέλους ήτο; Τούτο δύναται μετά σχετικής ακριβείας να υπολογισθή· πάντες οι εμπορευόμενοι την σταφίδα το γνωρίζουσιν, εκ των προξενικών δε εκθέσεων συνάγεται ότι μόνον εν Γαλλία το περίσσευμα ανήρχετο εις 10.000 τόνους, ο δε κ. Γεννάδιος ανέγραψεν ως ολικόν περίσσευμα 30.000 τόνους, λαβών τας δεούσας πληροφορίας δια του κ. Χαιρέτη παρά πεπειραμένου σταφιδεμπόρου. Εν τέλει δέον να υπενθυμίσωμεν ότι ο κ. Γεννάδιος εν τη εκθέσει του λέγει επί λέξει τα εξής: «Ως εκ της υφισταμένης σπουδαίας ελαττώσεως των τιμών υπάρχει μεγάλη πιθανότης ελαττώσεώς τινος του εξ 105.000 τόνων υπολογισθέντος εφετεινού περισσεύματος».